Μυστήριο λέμε καθετί που είναι άγνωστο, ανεξήγητο ή πολύ παράξενο.
Ένα μυστήριο καλύπτει λοιπόν, τα λεγόμενα μεγαλιθικά (< μέγας λίθος) μνημεία, καθώς δεν μπορούμε να εξηγήσουμε πώς κατασκευάστηκαν, αφού την εποχή κατασκευής τους ο άνθρωπος δεν διέθετε τα απαιτούμενα εργαλεία. Τα περισσότερα μεγαλιθικά μνημεία βρίσκονται στη Δυτική Ευρώπη. Στην Ελλάδα ανάλογες κατασκευές ήταν τα Κυκλώπεια Τείχη. Το Στόουνχεντζ που παρουσίαζεται στο βιβλίο μας βρίσκεται στην Αγγλία.
Το Στοόυνχεντζ | Το Στοόυνχεντζ από ψηλά |
Τεράστιοι γερανοί χρειάζονται σήμερα για να μετακινηθούν τα κομμάτια του Στοόυνχεντζ |
Μεγαλιθικές κατασκευές στο Μορμπιάν της Γαλλίας | Μεγαλιθικές κατασκευές στη Σκωτία | Μεγαλιθικές κατασκευές στη Μάλτα |
Κυκλώπεια Τείχη στην Τίρυνθα | Μυκήνες, η Πύλη των Λεόντων |
ΓΡΑΜΜΑΤΙΚΗ
Τα επιρρήματα
Επιρρήματα λέγονται οι άκλιτες λέξεις που προσδιορίζουν κυρίως ένα ρήμα, αλλά και ένα επίθετο, αριθμητικό ή άλλο επίρρημα, και φανερώνουν τόπο, χρόνο, τρόπο, ποσό, βεβαίωση, δισταγμό, άρνηση.
Π.χ. Μη βγεις έτσι έξω. (Τα επιρρήματα έτσι και έξω, που προσδιορίζουν το ρήμα Μη βγεις, φανερώνουν τρόπο -το «πώς»- και τόπο -το «πού»- αντίστοιχα).
Αισθάνεται καλά. (Το επίρρημα καλά, που προσδιορίζει το ρήμα Αισθάνεται, φανερώνει τρόπο - το «πώς» αισθάνεται.)
Ο καιρός θα χαλάσει αύριο. (Το επίρρημα αύριο, που προσδιορίζει το ρήμα θα χαλάσει, φανερώνει χρόνο το «πότε» θα χαλάσει.)
Είναι πολύ καλό παιδί. (Το επίρρημα πολύ, που προσδιορίζει το επίθετο καλό, φανερώνει ποσό - το «πόσο» καλό παιδί είναι).
Είδη επιρρημάτων
Είδη επιρρημάτων |
||
Τοπικά |
Φανερώνουν τόπο και απαντούν στην ερώτηση «πού ;» |
πάνω, κάτω, έξω, κάπου, πουθενά, εδώ, εκεί, αυτού, οπουδήποτε, εμπρός, πίσω, δεξιά, αριστερά, ψηλά, χαμηλά, δίπλα, πλάι, απέναντι, μακριά, κοντά, μεταξύ, ανάμεσα, βόρεια, νοτιά, ανατολικά, δυτικά, γύρω, ολόγυρα κ.ά. |
Χρονικά |
Φανερώνουν χρόνο και απαντούν στην ερώτηση «πότε ;» |
κάποτε, ποτέ, πότε πότε, τώρα, όποτε, οποτεδήποτε, αμέσως, ευθύς, ήδη, πια, μόλις, ακόμη, ξανά, συχνά, συνήθως, ύστερα, κατόπιν, πρώτα, πριν, νωρίς, αργά, χθες, προχθές, σήμερα, αύριο, μεθαύριο, πέρυσι, φέτος κ.ά. |
Τροπικά |
Φανερώνουν τρόπο και απαντούν στην ερώτηση «πώς ;» |
έτσι, κάπως, αλλιώς, αλλιώτικα, όπως, μαζί, καθώς, ως, σαν, καλά, κακά, ξαφνικά, ίσια, ωραία, άσχημα, χωριστά, μόνο, μονάχα, μονομιάς, επίσης, ιδίως, κυρίως, ακριβώς, ευτυχώς, ελληνικά, αγγλικά κ.ά. |
Ποσοτικά |
Φανερώνουν ποσό και απαντούν στην ερώτηση «πόσο ;» |
τόσο, όσο, κάμποσο, οσοδήποτε, μόνο, πολύ, λίγο, λιγότερο, λιγάκι, περισσότερο, αρκετά, σχεδόν, τουλάχιστο(ν), περίπου, ολωσδιόλου, μάλλον κ.ά. |
Βεβαιωτικά |
Με αυτά επιβεβαιώνουμε κάτι. |
ναι, μάλιστα, βεβαίως, βέβαια, βεβαιότατα κ.ά. |
Αρνητικά |
Με αυτά αρνούμαστε κάτι. |
όχι, όχι βέβαια |
Διστακτικά |
Με αυτά δείχνουμε δισταγμό. |
ίσως, τάχα, δήθεν, πιθανόν, πιθανώς, άραγε |
Επιρρήματα που παράγονται από επίθετα και μετοχές
Εκτός από όλα τα παραπάνω, υπάρχουν στη γλώσσα μας πολλά επιρρήματα σε -α, τροπικά τα περισσότερα, τα οποία σχηματίζονται όμοια με τον πληθυντικό του ουδετέρου των αντίστοιχων επιθέτων, καθώς και μετοχών.
π.χ. Περάσαμε υπέροχα στην εκδρομή. (από το επίθ. υπέροχος}
Ζούσε ευτυχισμένα, (από τη μετοχή ευτυχισμένος)
Μερικά από τα επιρρήματα σε -α μπορούν να σχηματιστούν και σε -ως. χωρίς διαφορά στη σημασία.
π.χ. βέβαια - βεβαίως, σπάνια -σπανίως, μελλοντικά -μελλοντικώς κ.ά.
Υπάρχουν, ωστόσο, και επιρρήματα σε -α και σε -ως που έχουν διαφορετική σημασία, οπότε η χρήση τους χρειάζεται προσοχή· π.χ.:
Έλα αμέσως (= πολύ γρήγορα), αλλά : Τα αγοράζει άμεσα (= απευθείας, χωρίς τη μεσολάβηση κανενός) από τους παραγωγούς.
Μιλάει απλά (= με απλό τρόπο), αλλά : Εγώ απλώς (= μόνο) του μίλησα.
Αντίθετες (ή αντώνυμες) λέξεις
Αντίθετες (ή αντώνυμες) ονομάζονται γενικά οι λέξεις που έχουν αντίθετη μεταξύ τους σημασία, όπως, για παράδειγμα, συμβαίνει μετά παρακάτω ζεύγη λέξεων:
Ουσιαστικά |
Επίθετα |
Ρήματα |
Επιρρήματα |
ζωή – θάνατος αρχή - τέλος ομορφιά – ασχήμια ακμή – παρακμή είσοδος - έξοδος |
άγριος - ήρεμος γενναίος - δειλός βέβαιος-αβέβαιος άδειος - γεμάτος ευγενικός - αγενής |
γνωρίζω - αγνοώ θυμάμαι - ξεχνώ μιλάω - σιωπώ αδειάζω-γεμίζω θυμώνω - ηρεμώ |
ευτυχώς - δυστυχώς μακριά - κοντά συχνά - σπάνια μαζί - χώρια πάντοτε - ποτέ |